Του Σταμάτη Θεοδωρόπουλου*
Η παρέμβαση του ΣΥΡΙΖΑ στο εργατικό κίνημα πρέπει να αποτελεί βασικό πυλώνα της πολιτικής φυσιογνωμίας και της οργανωτικής δομής του κόμματος. Αυτό είναι αυτονόητο για ένα μαζικό κόμμα της Αριστεράς, πλην όμως δεν θα συμβεί αυτόματα. Οι οργανωμένες δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στις συνδικαλιστικές οργανώσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με τις παθογένειες του εργατικού συνδικαλισμού στην πατρίδα μας και ταυτόχρονα με τις υποκειμενικές τους αδυναμίες.
Τα συνδικάτα έχουν δικαιολογημένα ταυτιστεί στη συνείδηση των εργαζόμενων με τον κυβερνητικό συνδικαλισμό ή τον κομματικό ιμάντα μεταβίβασης της γραμμής. Η αίσθηση της απόσπασης των συνδικαλιστικών ηγεσιών από τις ανάγκες του μέσου εργαζόμενου είναι διάχυτη στην ελληνική κοινωνία.
Την πενταετία των μνημονιακών πολιτικών, η ηγεσία της ΓΣΕΕ λειτούργησε πυροσβεστικά στον ιδιωτικό τομέα, με άνευρες 24ωρες απεργίες και πρακτικά την υπονόμευση του συντονισμού των αγώνων. Σαν αποτέλεσμα, ακόμη και στις μεγάλες απεργιακές συγκεντρώσεις που υπήρξαν τα προηγούμενα χρόνια, οι εργαζόμενοι κατέβαιναν χωριστά από τα μπλοκ της ΓΣΕΕ και χωρίς να εκπροσωπούνται πολιτικά και συνδικαλιστικά από τις θέσεις της.
Στρατηγική ήττα όλου του συνδικαλιστικού κινήματος είχαμε στο ιδεολογικό επίπεδο.
Επιβλήθηκαν στην κοινωνία λογικές κοινωνικού αυτοματισμού και απαξιώθηκε συστηματικά στη συνείδηση των πολιτών ο στενός και ο ευρύτερος δημόσιος τομέας. Η σχετική προπαγάνδα των εργοδοτικών οργανώσεων, των ΜΜΕ και των κομμάτων του δικομματισμού υπήρξε σχεδιασμένη και συντονισμένη. Από την πλευρά των συνδικάτων ο αντίλογος ήταν εξαρχής αμυντικός και αυτοϋπονομευμένος.
Οι μάζες των ανέργων, των επισφαλώς απασχολούμενων, της «μαύρης εργασίας» δεν νιώθουν να εκπροσωπούνται στη ΓΣΕΕ και κατά συνέπεια δεν οργανώνονται στα σωματεία. Με τον τρόπο αυτό τα συνδικάτα στερούνται το αντικειμενικά διεκδικητικότερο τμήμα της εργατικής τάξης και γραφειοκρατικοποιούνται ακόμη περισσότερο.
Το ΠΑΜΕ εδώ και αρκετά χρόνια λειτουργεί ως αντεστραμμένη εικόνα του κυβερνητικού συνδικαλισμού. Προτάσσει την οργανωτική οικοδόμηση και την ενίσχυση της συνδικαλιστικής και κομματικής επιρροής από το συμφέρον του κινήματος. Σπάει συστηματικά την ενότητα των αγώνων και αντικειμενικά ενισχύει τη διάχυτη απογοήτευση των εργαζόμενων από το συνδικαλιστικό κίνημα.
Το ΜΕΤΑ, η συνδικαλιστική έκφραση της ριζοσπαστικής Αριστεράς τα τελευταία χρόνια, συγκεντρώνει τις δυνάμεις του στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ. Τα αποτελέσματα της παρέμβασής του σε κάποιους χώρους είναι πολύ θετικά, όμως δεν αναιρούν το γεγονός ότι ούτε το ΜΕΤΑ μπόρεσε (ή δεν επιχείρησε) να εκφράσει τις μεγάλες μάζες των πιο επισφαλών και περιθωριοποιημένων τμημάτων της εργατικής τάξης. Ήταν η πολιτική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ που κατέβαζε τον κόσμο στις κινητοποιήσεις και όχι η συνδικαλιστική δράση του ΜΕΤΑ.
Τα όρια και οι ανεπάρκειες του ΜΕΤΑ μέχρι την πολιτική αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας καλύπτονταν από την πολιτική δυναμική του κόμματος. Η νέα κατάσταση όμως φέρνει μαζί της νέα καθήκοντα. Το ΜΕΤΑ όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται σ' αυτά, αλλά έχει αντικειμενικά εμπλακεί με αδιέξοδο τρόπο στο εσωκομματικό πρόβλημα που αντιμετώπισε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις εκλογές. Το άγχος των συσχετισμών, παραταξιακών και ενδοπαραταξιακών και κομματικών ταυτόχρονα, αντανακλάται σε ιδιόμορφες συμμαχίες ανά χώρους που εντείνουν τη γραφειοκρατικοποίηση της παράταξης.
Ένα κομμάτι του ΜΕΤΑ λειτουργεί σήμερα περισσότερο σαν μαζικός χώρος δράσης της ΛΑΕ ή σαν χώρος αλίευσης συμμαχιών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά σαν μαζική συνδικαλιστική δύναμη. Με αποτέλεσμα, ανεξάρτητα από την επαναστατική φρασεολογία που χρησιμοποιείται, τη συντηρητικοποίηση της παρέμβασής του.
Η πολιτική συγκυρία όμως είναι υπερβολικά κρίσιμη για τους εργαζόμενους για να αφεθούν τα πράγματα στη μοίρα τους. Κορυφαία ζητήματα, όπως οι εργασιακές σχέσεις και το ασφαλιστικό σύστημα, είναι ανοιχτά και χρειάζονται τη δυναμική και μαζική παρέμβαση του ίδιου του κοινωνικού υποκειμένου τους, των εργαζόμενων της χώρας.
Η λογική της συνδικαλιστικής και πολιτικής ανάθεσης είναι κοινή στη δεξιά και την αριστερή συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Δεν είναι όμως η δική μας λογική!
Όσο δεδομένη είναι η κριτική μας στην ΠΑΣΚΕ, τη ΔΑΚΕ, στο ΠΑΜΕ, άλλο τόσο σταθερή πρέπει να είναι η επιμονή μας στην ενότητα του εργατικού - συνδικαλιστικού κινήματος σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Γιατί η πολυδιάσπαση του κινήματος οδηγεί στη μείωση της συμμετοχής και την απαξίωση του συνδικαλισμού.
Βασική προτεραιότητα ενός σύγχρονου, μαζικού, ταξικού και μέσα στη συγκυρία εργατικού κινήματος είναι η έξοδος από την κρίση, η παραγωγική ανάπτυξη για μείωση της ανεργίας, η αλληλεγγύη, η δίκαιη και ισόνομη διανομή του παραγόμενου πλούτου και η δημοκρατική συγκρότηση της χώρας. Επιβάλλεται η οικοδόμηση συμμαχιών στο εσωτερικό της εργατικής τάξης και στο σύνολο της κοινωνίας της εργασίας. Η απόρριψη των ψεύτικων και καλλιεργούμενων αντιθέσεων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Η κοινή δράση με τα κινήματα των αυτοαπασχολούμενων, των μικρομεσαίων, των συνταξιούχων, της νεολαίας.
Οι εργαζόμενοι άμεσα χρειάζονται μια ταξική συνδικαλιστική δύναμη που θα βάλει σε προτεραιότητα την ουσιαστική επανίδρυση των συνδικάτων, με την κινητοποίηση και συμμετοχή της πλειονότητας των εργαζόμενων, με ουσιαστική συμβολή των ημιαπασχολούμενων, των περιστασιακά εργαζόμενων και φυσικά των ανέργων.
* Ο Σταμάτης Θεοδωρόπουλος είναι μέλος Δ.Σ. της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ